ΔΗΜΗΤΡΣ (ΣΚΟΡΔΙΛΗΣ)
Η κυρία στεκόταν όρθια έξω από έναν μεγάλο φούρνο στην Κηφισιά. Ήταν ντυμένη απλά αλλά καλόγουστα και φαινόταν σαν να περίμενε κάποιον. Προσπερνώντας, την άκουσα να μου ψιθυρίζει: «Συγγνώμη, πεινάμε».

Σταμάτησα κατάπληκτος, βέβαιος πως δεν είχα ακούσει καλά. Όμως η κυρία, με χαμηλωμένο βλέμμα, επανέλαβε τη φράση.

Μπήκα βιαστικός στον φούρνο, αγόρασα, έκανα ψιλά και, φεύγοντας, της έβαλα στο χέρι ένα μικρό χαρτονόμισμα. Δεν μου πήγε να δώσω κέρμα. Πρόσεξα το χέρι. Ήταν περιποιημένο. Το ψιθυριστό «ευχαριστώ» σχεδόν δεν ακούστηκε.

Το συναπάντημα αυτό με συγκλόνισε σαν γροθιά στο στομάχι. Σίγουρα κάθε φτώχεια είναι οδυνηρή, αλλά η φτώχεια του νεόπτωχου αξιοπρεπούς αστού είναι πιο σκληρή. Δεν έχει μάθει την ένδεια, ζούσε μια καλή ζωή, και ξαφνικά τα χάνει όλα. Ο άλλος, που ζει χρόνια στη φτώχεια, έχει ξεδιπλώσει στρατηγικές και άμυνες τις οποίες ο νεόπτωχος δεν υποψιάζεται καν.

Και ξαφνικά ο νους μου πήγε πολλά χρόνια πίσω. Στο τέλος της φοιτητικής μου ζωής στη Γερμανία συνεργάστηκα σε μια ταινία και είχα κερδίσει αρκετά. Από τα κέρδη μου είχα αγοράσει ένα μεγαλοπρεπές καμηλό παλτό.

Γύρισα στην Ελλάδα, βρέθηκα μέσα σε μία οικογενειακή θύελλα - με αποτέλεσμα, ενώ υπηρετώ τη θητεία μου, να πρέπει ταυτόχρονα να κερδίσω τα προς το ζην. Όχι μόνο για μένα αλλά και για τη μητέρα μου.

Πέρασα δύσκολα εκείνο τον χειμώνα και συχνά κοιμήθηκα νηστικός. Όταν δεν ήμουν υπηρεσία, φορούσα πολιτικά και χτυπούσα πόρτες για δουλειά. Έκανα τα πάντα: μεταφράσεις, μαθήματα, κείμενα, αλληλογραφία.

Θυμάμαι τι ζημιά μου είχε κάνει το καμηλό παλτό. «Μα, τι ανάγκη έχεις εσύ;» ο ένας, «Α, θα παίρνεις ακριβά!» ο άλλος. Μέχρι που βρήκα να το πουλήσω και ησύχασα. Μαζί με όσα ξεπουλήσαμε τότε -χαλιά, σερβίτσια, κοσμήματα- έφυγε κι αυτό.

Προσέξτε λοιπόν: η νέα φτώχεια φοράει συχνά καμηλό παλτό. Και ξεγελάει. Αφήστε που κρύβεται διότι ντρέπεται. Δεν έχει το θάρρος της ανάγκης της.

Αναζητήστε την εκεί που δεν την περιμένετε. Δεν ζητιανεύει στις γωνίες, ούτε απαιτεί φανερά. Αλλά, ψάχνοντας, θα μάθετε για την οικογένεια του απολυμένου πενηντάρη στελέχους που στερείται που κρυώνει γιατί δεν μπορεί να πληρώσει θέρμανση, που δεν έχει για το χαράτσι και κινδυνεύει να μείνει χωρίς ρεύμα. Κι αν μπορείτε, βοηθήστε. Διακριτικά…
δημιουργία ΔΗΜΗΤΡΣ (ΣΚΟΡΔΙΛΗΣ) 10-02-2012
τελευταία καταχώρηση SANI 08-01-2014
απαντήσεις 2
προβολές 6601
συμμετέχουν περισσότερο indian
indian
07-01-2014, 18:07
Εάν μάθαινες να τρως και ολίγες φακές


Στην αρχαία Αθήνα, μία ημέρα ο Διογένης ο Κυνικός έτρωγε ένα πιάτο φακές καθισμένος στο κατώφλι κάποιου πλούσιου σπιτιού. Τότε, δεν υπήρχε σ' όλη την αρχαία Αθήνα πιο φτηνό φαγητό από ένα πιάτο φακές. Δηλαδή, εάν έτρωγες φακές, σήμαινε ότι βρισκόσουν σε κατάσταση απόλυτης φτώχειας. Πέρασε ένας απεσταλμένος του άρχοντα και του είπε:


-Ε, Διογένη! Εάν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος κι εάν κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές.

Ο Διογένης σταμάτησε να τρώει, σήκωσε το βλέμμα και, κοιτάζοντας στα μάτια τον συνομιλητή του, αποκρίθηκε:

-Ε, φουκαρά αδερφέ μου! Εάν μάθαινες να τρως και ολίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα που μισείς.
SANI
08-01-2014, 16:06
Κάποτε ένας Κινέζος μαθητής ρώτησε τον δάσκαλό του:

«Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον Παράδεισο και στην Κόλαση;»
Ο δάσκαλος του απάντησε: «Πολύ μικρή, ωστόσο έχει μεγάλες συνέπειες.
Έλα θα σου δείξω την Κόλαση»...

Μπήκαν σε ένα δωμάτιο, όπου μια ομάδα ανθρώπων κάθοταν γύρω από μια
τεράστια χύτρα γεμάτη ρύζι. Όλοι όμως έμοιαζαν απελπιστικά πεινασμένοι.

Ο καθένας είχε από ένα παράξενο κουτάλι που το κρατούσε από την άκρη με
προσοχή κι έφτανε ως τη χύτρα.
Κάθε κουτάλι, όμως, είχε τόσο μακρύ χερούλι που δεν μπορούσαν να το
φέρουν στο στόμα τους. Η πείνα και η ταλαιπωρία ήταν φοβερή.

«Έλα» είπε μετά ο δάσκαλος. «Τώρα θα σε πάω στον Παράδεισο».
Μπήκαν σε ένα άλλο δωμάτιο,
πανομοιότυπο με το πρώτο, υπήρχε η ίδια χύτρα ρυζιού, οι ίδιοι άνθρωποι και τα ίδια περίεργα κουτάλια. Εκεί όμως όλοι έμοιαζαν πραγματικά ευτυχισμένοι.

«Δεν καταλαβαίνω» είπε ο μαθητής. «Γιατί εδώ είναι όλοι ευτυχισμένοι,
ενώ στο άλλο δωμάτιο είναι τόσο δυστυχισμένοι, τη στιγμή που όλα είναι
ίδια και πανομοιότυπα;»

Ο δάσκαλος χαμογέλασε και απάντησε:

«Εδώ έμαθαν να ταΐζουν ο ένας τον άλλον.....»
Συνδέσου στον λογαριασμό σου, για να απαντήσεις σε αυτό το θέμα.
Διάβασε και αυτά